ΣΤΟΝ ΠΟΙΗΤΗ
Γύρισαν όλοι όταν τον είδαν να έρχεται
θόρυβος σιωπής απλώθηκε παντού.
Ο ένας κοίταζε τον άλλον στα μάτια
σαν να ήθελαν κάτι να πουν.
Απορημένοι αναρωτήθηκαν
τον περίμεναν κάπως αλλιώς
Τίποτα πάνω του δεν γυάλιζε
τα μάτια του μόνο πέταγαν φωτιά.
Οι φλέβες του έσταζαν μελάνι.
Τα μπαλώματά του σκορπούσαν λέξεις
τα ξεφτισμένα κουρέλια, λεπίδες καυτές
αδίστακτα μαχαίρωναν τον ήλιο.
Κάποτε μιλούσε σε όλο τον κόσμο
στην αρχή έκτιζε παράγκες
που φάνταζαν μεγάλες κάμαρες.
Από τότε πολλά έχουν αλλάξει.
Προχωρούσε αργά, ξυπόλητος
σκελετωμένη φιγούρα διανόησης
της αυτογνωσίας ταπεινός σοφός.
Είναι ο ποιητής... είπε κάποιος
κι όλοι παραμέρισαν.
Είναι ο ποιητής.... φώναξαν!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου