Υπήρξε το πιο γνωστό, αγαπημένο και μακροβιότερο αναγνωστικό της Α’ τάξης δημοτικού μέχρι να αντικατασταθεί από το «Η γλώσσα μου»)
Νοσταλγικά μου χαμογέλασαν
η Άννα κι ο Μίμης
καθώς καθάριζα ένα μήλο
κι η μικρή Λόλα έπαιζε με την κούκλα της.
Λίγο αίμα έσταξε απ' το μαχαίρι
που κατά λάθος μου ξέφυγε,
ματωμένα τα γόνατα μου θυμάμαι,
κοντό και τρύπιο το παντελόνι.
Ξεφυλλίζω τις αναμνήσεις μία, μία
ζεσταίνοντας την ψυχή μου
στα παραμύθια της γιαγιάς.
Εικόνες χαραγμένες
στη μυρωδιά της γομολάστιχας,
στο ξύσιμο του μολυβιού
και της ξύλινης κασετίνας.
Στο τικ τακ του ρολογιού
και στου ψαρά το διαλάλημα
έμαθα το «ωμέγα» και το «ψι».
Τα καλά τους φορούν
όλοι η οικογένεια μαζί ,
να μεταλάβουν τη γλύκα της ζωής
το τραπέζι της Κυριακής έχει κρέας.
Το Σπιτάκι μικρό πετρόχτιστο
κι ο βασιλικός σκόρπαγε αρώματα,
πάσχιζε να σκεπάσει τη μυρωδιά
του ψημένου ψωμιού.
Ο κόκορας φωνάζει καμαρωτός
τη μέρα που ξύπνησε
περήφανος που μας έμαθε το «κάπα».
Η σχολική καμπάνα χτύπησε
και το μπλε του ουρανού στολίζει τη γη.
«Μπαμπά, μπαμπά κοίτα
το αναγνωστικό της πρώτης δημοτικού».
Γύρισα και κοίταξα, ο Μίμης και η Άννα
δεν μου χαμογελούσαν πια,
η Λόλα και η Έλλη έλειπαν
κι η μυρωδιά αλλιώτικη, διαφορετική.
Ο γκιώνης Βουβός δεν ακούγονταν πουθενά.
Πώς αλλάξανε όλα!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου