Στη γη του σκότους
άπλωσα τα δίχτυα μου.
Στου Αχέροντα τις πηγές
κωπηλατώντας την προσμονή
έριξα άγκυρα στο έρεβος
της θλίψης μου.
Σε γύρεψα σ'αραχνιασμένες
εκκλησιές σε εικονοστάσια ξέθωρα.
Προσευχή λιτανείας η μορφή σου
στην ικεσία της προσμονής.
Άσπιλο το πάθος στα μύχια
της ψυχής μου.
Στην κολυμπήθρα του πόνου
βαφτίζω πληγές ανακαλύπτοντας
την ματαιότητα του κόσμου.
Απέραντη ουτοπία
και ένας βαρύς λυγμός
σκίζει το σοκάκι της σιωπής.
Στο γκρίζο σούρουπο
σαν οπτασία καβαλάρης
περνάει από μπροστά μου
και μου γνέφει πως…
κάποτε θα σε δω ξανά.
άπλωσα τα δίχτυα μου.
Στου Αχέροντα τις πηγές
κωπηλατώντας την προσμονή
έριξα άγκυρα στο έρεβος
της θλίψης μου.
Σε γύρεψα σ'αραχνιασμένες
εκκλησιές σε εικονοστάσια ξέθωρα.
Προσευχή λιτανείας η μορφή σου
στην ικεσία της προσμονής.
Άσπιλο το πάθος στα μύχια
της ψυχής μου.
Στην κολυμπήθρα του πόνου
βαφτίζω πληγές ανακαλύπτοντας
την ματαιότητα του κόσμου.
Απέραντη ουτοπία
και ένας βαρύς λυγμός
σκίζει το σοκάκι της σιωπής.
Στο γκρίζο σούρουπο
σαν οπτασία καβαλάρης
περνάει από μπροστά μου
και μου γνέφει πως…
κάποτε θα σε δω ξανά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου